Άγιον Φως – Το θαύμα της καθόδου του Φωτός της Αναστάσεως στον Τάφο του Χριστού
To βιβλίο αποτελεί μία επιστημονική εργασία υψηλής ευρυμάθειας, συνδυασμένη με μία εξόχως μοναδική προσπάθεια να συνενώσει ογδόντα πέντε (85) ιστορικές μαρτυρίες που καλύπτουν δώδεκα αιώνες, σχετικά με ένα ουσιώδες γεγονός που αφορά όλη την ανθρωπότητα:
το Φως που εμφανίζεται την παραμονή του Πάσχα στον Τάφο του Χριστού.
18,00 €
Το επίσης αξιόλογο βιβλίο, περί του ιδίου θέματος, από τον μ.Σεραφείμ Ζήση
Περιγραφή
H έλευση του αγίου Φωτός στον Τάφο του Ιησού Χριστού, κάθε Μεγάλο Σάββατο, είναι ένα θαυμαστό και ιδιαιτέρως τιμώμενο γεγονός που λαμβάνει χώρα για περισσότερο από μιάμιση χιλιετία.
Kάθε χρόνο, κατά τη μεσημβρία του Μεγάλου Σαββάτου, ένα Φως πηγάζει από τον Τάφο του Θεανθρώπου και αναφλέγει την ιερή κανδήλα στο εσωτερικό του μνημείου, ενώ ταυτοχρόνως γαλαζόλευκες εκλάμψεις του ιδίου Φωτός διαχέονται μέσα στον Ναό της Αναστάσεως, φωτίζοντας τον χώρο και αναφλέγοντας κάποιες από τις κανδήλες και τις λαμπάδες των πιστών. Το γεγονός αυτό έχει καταγεγραμμένη διάρκεια ζωής 17 αιώνων. Οι ιστορικές μαρτυρίες που αναφέρονται σε αυτό και παρατίθενται στο παρόν σύγγραμμα ανέρχονται στις 85, και περιγράφουν την τελετή του Αγίου Φωτός κατά την περίοδο μεταξύ του 4ου και του 16ου αιώνα.
Όλες αυτές οι μαρτυρίες, με ομόφωνο τρόπο, κάνουν λόγο για ένα φως ή για ένα πυρ που κατέρχεται από τον ουρανό ενώπιον του πλήθους και ανάβει την κανδήλα ελαίου μέσα στον άδειο Τάφο του Χριστού. Συγχρόνως, το ίδιο φως εξέρχεται και αναδύεται μέσα από το πέτρωμα του Τάφου.
Το φως αυτό ταυτίζεται με το υπερφυές Φως που διέλαμψε μέσα στον Τάφο του Χριστού την ώρα της Αναστάσεώς Του. Το Άγιο Φως εμφανίστηκε για πρώτη φορά την ώρα που έλαβε χώρα η Ανάσταση του Θεανθρώπου, το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου και ενώ είχε αρχίσει ημερολογιακά η ημέρα της Κυριακής του Πάσχα, με πιθανότερη ημερομηνία την Κυριακή της 5ης Απριλίου του 33 μ.Χ.1
Σήμερα, μετά από δύο χιλιετίες, το ίδιο Φως εξακολουθεί να εμφανίζεται στον ίδιο τόπο, στο εσωτερικό του Τάφου του Χριστού αλλά και έξω από αυτόν, κατά τη διάρκεια της τελετής του Μεγάλου Σαββάτου. Ο γράφων έχει παραστεί σε αυτή την τελετή είκοσι φορές. Την πρώτη από αυτές, τον Απρίλιο του 1998, ευρισκόμενος σε έναν πολύ σκοτεινό χώρο του Nαού της Αναστάσεως, ακριβώς κάτω από τον Γολγοθά, την ώρα που εμφανίστηκε το Άγιο Φως αντίκρισε κάποιες γαλαζόλευκες εκλάμψεις να διαχέονται στον χώρο και τη λαμπάδα ενός πιστού να αναφλέγεται από μόνη της ενώπιόν του.
Βεβαίως, το γεγονός ότι μια λαμπάδα ανάβει από μόνη της επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες που εξαρτώνται από την προσωπική κρίση και πίστη του καθενός. Η καλοπροαίρετη απιστία έναντι των έκτακτων «υπερφυσικών» φαινομένων είναι απαραίτητη και σε πλήρη συμφωνία με το παράγγελμα του Ευαγγελιστή Ιωάννη περί δοκιμής των πνευμάτων «εάν είναι από τον Θεόν».2 Όμως, στην περίπτωση του Αγίου Φωτός πρόκειται για ένα γεγονός που δεν είναι έκτακτο ή προσωρινό, αλλά επαναλαμβανόμενο επί 12 αιώνες αδιαλείπτως, με τρόπο πασίδηλο και ιστορικώς καταγεγραμμένο.
Για πολλούς ανθρώπους η εμφάνιση του Αγίου Φωτός κάθε Μεγάλο Σάββατο στον Τάφο του Χριστού, είναι ένα αληθινό θαύμα. Για άλλους όχι. Οι απόψεις διίστανται και είναι όλες σεβαστές. Το παρόν σύγγραμμα δεν έχει σκοπό ούτε να πείσει κάποιον για την εγκυρότητα του θαύματος, ούτε να επιβάλει κάποια γνώμη. Σκοπός της μελέτης μας είναι να παρατεθούν όλα εκείνα τα στοιχεία και οι μαρτυρίες που έρχονται από το μακρινό παρελθόν, αλλά και τη σημερινή εποχή, ώστε ο καθένας να μπορεί να αξιολογήσει το θαύμα από μόνος του.
Ιδιαίτερη αξία έχει επίσης και η προσπάθεια επιστημονικής προσέγγισης του όλου ζητήματος. Οι μετρήσεις του φάσματος της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας που πραγματοποιήθηκαν γύρω από τον Τάφο του Χριστού από τον Αναπληρωτή Καθηγητή Φυσικής Αντρέι Βολκόφ, η μέτρηση της θερμοκρασίας της φλόγας του αγίου Φωτός που έγινε από τον Ρώσο ιερέα και βιολόγο π. Γεννάδιο Ζάριτσε, και οι πολύπλευρες θερμικές μετρήσεις που έγιναν από τον Ιταλό καθηγητή Giulio Fanti, είναι εξόχως αποκαλυπτικές για τη φύση του αγίου Φωτός και παρατίθενται σε τρία ειδικά κεφάλαια στο μέσον περίπου του βιβλίου.
Σε άλλα δύο ειδικά κεφάλαια του βιβλίου θα ασχοληθούμε με δύο επίσης πολύ σημαντικά ζητήματα: πρώτον, με το ζήτημα της αυθεντικότητας του σημερινού Τάφου του Χριστού, και δεύτερον, με τη διερεύνηση της αρχικής μορφής που είχε ο Τάφος μέσα στο φυσικό του περιβάλλον το έτος 33 μ.Χ. Ο γράφων, συνδυάζοντας πλήθος ιστορικών στοιχείων και αρχαιολογικών ευρημάτων, και πρωτίστως τα αποτελέσματα των ανασκαφικών ερευνών που διήρκεσαν περίπου τρεις δεκαετίες μέσα στο Ναό της Αναστάσεως, παρήγαγε μια σειρά αναπαραστάσεων του Τάφου του Χριστού και του Γολγοθά (όπως φαίνονταν το έτος 33 μ.Χ), οι οποίες παρουσιάζονται σε ένα ειδικό κεφάλαιο προς το τέλος του βιβλίου.
Σε ό,τι αφορά το κεντρικό μέρος του παρόντος βιβλίου, αυτό αποτελεί στην ουσία ένα συναρπαστικό οδοιπορικό στον χρόνο, το οποίο λαμβάνει χώρα διά μέσου των διηγήσεων και των μαρτυριών δεκάδων περιηγητών, χρονογράφων, σταυροφόρων, μουσουλμάνων ιστορικών, χριστιανών προσκυνητών και απλών ταξιδιωτών οι οποίοι είτε έζησαν το θαύμα του Αγίου Φωτός από κοντά, είτε πληροφορήθηκαν γι’ αυτό από άλλους αυτόπτες μάρτυρες.
Οι διηγήσεις όλων αυτών των ανθρώπων αποτελούν τον πυρήνα του παρόντος συγγράμματος και μας παρέχουν τη δυνατότητα να ταξιδέψουμε νοερά πολλούς αιώνες πίσω και να ανιχνεύσουμε τις άγνωστες πτυχές της πιο λαμπρής γιορτής του Χριστιανισμού: της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού και της καθόδου του Αγίου Φωτός.
Σύμφωνα με τον Έλληνα κληρικό Νικήτα (10ος αι.), τον Πέρση γιατρό αλ-Μασίχι (10ος αι.), και τον αιθιοπικό κώδικα D’Abbadie 222 (15ος αι.), το άγιο Φως άρχισε να εμφανίζεται ήδη από την εποχή του Χριστού. Ο Άραβας ιστορικός αλ-Μασούντι και οι τρεις Αρμένιοι ιστορικοί – Κιρακός, Συμεών Λεχατσί και Γρηγόριος Δαραναγετσί – ανάγουν τη χρονική αφετηρία του θαύματος στην περίοδο κατασκευής του Ναού της Αναστάσεως, δηλαδή στην περίοδο 326-336 μ.Χ. Οι τρεις Αρμένιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ομοφώνως ότι το πρώτο ιστορικό πρόσωπο που βίωσε το θαύμα ήταν ο άγιος Γρηγόριος ο Φωτιστής, περί το έτος 330 μ.Χ.
Ενάμιση αιώνα αργότερα, περί το έτος 500 μ.Χ., o άγιος Λίβανος της Αιθιοπίας καταγράφει μία πολύ αποκαλυπτική υμνωδία που έψελναν όλοι ανεξαιρέτως οι Αιθίοπες προσκυνητές στον Τάφο του Χριστού το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου: “Σ’ εμάς που πιστέψαμε στην Ανάστασή σου, στείλε πάνω μας το Φως σου”. Έναν αιώνα αργότερα, μετά την καταστροφή του Ναού της Αναστάσεως από τους Πέρσες το έτος 614, έχουμε την πρώτη σαφή ιστορική καταγραφή περί του ουρανίου φωτός που κατέρχεται στον πανάγιο Τάφο. Την εποχή εκείνη δεν υπήρχε ακόμη η ειδική τελετή. Το άγιο Φως εμφανιζόταν μόνο του, χωρίς να διαβάζεται κάποια ειδική προσευχή από τον Έλληνα πατριάρχη. Η τελετή του αγίου Φωτός άρχισε να δημιουργείται περίπου ενάμιση αιώνα αργότερα, στα τέλη του 8ου αιώνα, όπως φανερώνει το Pontificale (Αρχιερατικόν) του Πουατιέ (περ. 800 μ.Χ.).
Στο παρόν βιβλίο αποφασίστηκε να περιληφθούν μόνο οι σημαντικότερες παλαιές μαρτυρίες, οι οποίες καλύπτουν την περίοδoÂÂÂ από τον 4ο μέχρι τα τέλη του 16ου αιώνα. Με το ζήτημα της καταγραφής των μαρτυριών έχουν ασχοληθεί αρκετοί μελετητές κατά το παρελθόν.ÂÂÂ Μεταξύ αυτών αξίζει να αναφερθούν οι Γερμανοί Johan L. Mosheim3 (1736) και Gustav Klameth4 (1913), o Ρώσος Ignaty Kratchkovsky5 (1914), ο αρχιμανδρίτης Κάλλιστος Μηλιαράς6 (1934), o Μarius Canard7 (1955), ο Otto Meinardus8 (1962), ο Francis E. Peters9 (1985), και ο Επίσκοπος Φωτικής Αυξέντιος 10 (1999). Η έρευνα του Mosheim είναι εντυπωσιακή για την εποχή της, η έρευνα του Kratchkovsky ιδιαιτέρως πολύτιμη διότι περιλαμβάνει πλήθος αραβικών αναφορών, ενώ η μελέτη του Κάλλιστου Μηλιαρά είναι επίσης θαυμαστή και αξιέπαινη.
Όμως, παρά τα σημαντικά συγγράμματα ή άρθρα τους, οι ανωτέρω μελετητές παραθέτουν σχετικά μικρό αριθμό μαρτυριών, καθώς περίπου πενήντα διηγήσεις δεν έχουν καταγραφεί ποτέ. Επιπροσθέτως, σε κανένα από αυτά τα συγγράμματα δεν περιελήφθησαν τα πρωτότυπα κείμενα (λατινικά, αραβικά, ελληνικά κ.λπ.) αλλά μόνον οι μεταφράσεις τους, ενώ, επίσης, δεν υπάρχει καμιά αναφορά στα χειρόγραφα από τα οποία προέρχονται τα κείμενα.
Κατά την ενασχόλησή μου με τη συλλογή των διαφόρων μαρτυριών, αδυνατούσα να φανταστώ το πλήθος και τη σπουδαιότητα των διηγήσεων που είχαν παραμείνει ξεχασμένες μέχρι την εποχή μας.
Για να γίνει αυτό κατανοητό, αξίζει να αναφερθεί ότι τα εντυπωσιακά γεγονότα του έτους 1101, του μοναδικού στην ιστορία που το Άγιο Φως δεν εμφανίστηκε το Μεγάλο Σάββατο (αλλά την επόμενη ημέρα), περιγράφονται από εννέα χρονογράφους. Όμως, οι διηγήσεις τους ουδέποτε περιελήφθησαν σε κάποιο σύγγραμμα.
Οι εννέα αυτοί χρονογράφοι είναι πέντε Γάλλοι, ένας Γερμανός, ένας Άγγλος, ένας Ιταλός και ένας Αρμένιος, και οι περιγραφές τους έχουν μεγάλη αξία, διότι η μία διήγηση επαληθεύει την αυθεντικότητα της άλλης. Πολλές από τις διηγήσεις είναι τόσο αναλυτικές και λεπτομερείς, που είναι σαν να μας μεταφέρουν νοερά στον τόπο τέλεσης του θαύματος. Κατ’ ουσίαν, «βλέπουμε» τα γεγονότα μέσα από τα μάτια αυτών των χρονογράφων.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν, επίσης, οι μαρτυρίες διακεκριμένων Αράβων και Περσών – κυρίως οι μαρτυρίες του Ιμπν αλ-Κας (Ibn al-Qass) και του αλ-Μπιρουνί (al- Biruni), οι οποίες είναι εξέχουσας σημασίας διότι προέρχονται από μουσουλμάνους, η θρησκεία των οποίων αντίκειται στην αποδοχή του θαύματος.
Εντύπωση προκαλεί, επίσης, το γεγονός ότι οι μουσουλμάνοι των Ιεροσολύμων, αν και αλλόθρησκοι, συμμετέχουν κατά χιλιάδες στην τελετή του Αγίου Φωτός, αποδέχονται την αυθεντικότητα του θαύματος και μεταφέρουν το Φως με ευλάβεια στα τζαμιά και στις κατοικίες τους, όπου το διατηρούν άσβεστο καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Στο παρόν σύγγραμμα αποφασίστηκε να μην περιληφθούν σύγχρονες μαρτυρίες, πλην κάποιων ειδικών περιπτώσεων, διότι αφενός μεν ο προσανατολισμός του βιβλίου είναι διαφορετικός, αφετέρου δε, μια τέτοια απόπειρα θα απαιτούσε πολύ μεγάλο χώρο.
Η πρώτη μου επαφή με το σύνολο γενικά των μαρτυριών μού δημιούργησε πολλά ερωτηματικά και αμφιβολίες σχετικά με την αξιοπιστία και την αυθεντικότητά τους. Ο μόνος τρόπος που υπήρχε για να εξακριβωθεί η εγκυρότητά τους, ήταν να αναζητήσω τις αρχικές πηγές τους, δηλαδή τα πολύτιμα χειρόγραφα στα οποία είναι καταγεγραμμένες, καθώς και τις πρώτες εκδόσεις τους.
Σκοπός του παρόντος συγγράμματος δεν είναι η απλή παράθεση κάποιων διηγήσεων και κάποιων ονομάτων, αλλά η επιστημονική παράθεση όλων των σημαντικών μαρτυριών, η άρτια καταγραφή των πρωτότυπων κειμένων και των μεταφράσεών τους, και η παρουσίαση όλης της απαραίτητης βιβλιογραφίας.
Αναγκαία κρίθηκε, επίσης, η παράθεση ακόμη και των ίδιων των χειρογράφων στα οποία περιέχονται οι σημαντικότερες διηγήσεις. Τα χειρόγραφα αυτά βρίσκονται διάσπαρτα σε μερικές από τις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες του κόσμου και η συγκέντρωσή τους αποτελεί μια ιδιαιτέρως σύνθετη και χρονοβόρα διαδικασία. Η παράθεσή τους, όμως, κρίθηκε αναγκαία αφενός μεν για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία ως προς την εγκυρότητα των διηγήσεων, αφετέρου δε για να διευκολυνθεί η επαφή του αναγνώστη με τις πρωτότυπες πηγές των κειμένων.
Για την εκπλήρωση αυτού του στόχου ήταν απαραίτητη μια περιοδεία του γράφοντος σε πολλές μεγάλες αλλά και μικρότερες βιβλιοθήκες του εξωτερικού, προς αναζήτηση πολύτιμων χειρογράφων και δυσεύρετων βιβλίων. Ανάμεσα σε αυτές τις Βιβλιοθήκες περιλαμβάνονται η British Library του Λονδίνου (στην οποία έλαβε χώρα το μεγαλύτερο μέρος της έρευνάς μας), η Bibliothèque Nationale του Παρισιού, η Βιβλιοθήκη του Βατικανού, η Staadbibliothek του Βερολίνου, η Bayerische Staatsbibliothek του Μονάχου, η Λαυρεντιανή Βιβλιοθήκη της Φλωρεντίας, η Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου του Ντάρμσταντ, η δημοτική Βιβλιοθήκη της Ουλμ της Γερμανίας, η Βιβλιοθήκη του Ελληνικού Πατριαρχείου της Ιερουσαλήμ, η Εθνική Βιβλιοθήκη του Ισραήλ, η δημοτική Βιβλιοθήκη της πόλης Douai της Γαλλίας, η Εθνική Βιβλιοθήκη της Αιγύπτου στο Κάιρο και η Βιβλιοθήκη Beyazit της Κωνσταντινούπολης. Κατά τη διάρκεια του βιβλίου θα συναντήσουμε εικοσιτρία πολύτιμα χειρόγραφα από τις ανωτέρω βιβλιοθήκες με διηγήσεις περί του αγίου Φωτός.
Χ. Σκαρλακίδης
Διαστάσεις 24 x 17.5
Αριθμός σελίδων: 312